Η ευγονική είναι η επιστήμη που ως σκοπό έχει να κληρονομηθούν στους απογόνους επιθυμητά χαρακτηριστικά, τα οποία θεωρούνται ότι βελτιώνουν το είδος. Η βελτίωση μπορεί να προκύψει όταν οι επιθυμητοί γονείς παράγουν πολλούς απογόνους, ενώ οι ανεπιθύμητοι ελάχιστους. Σαν ιδέα ακούγεται λογική, αλλά στην πράξη τα πράγματα είναι περίπλοκα. Ο ορισμός των επιθυμητών χαρακτηριστικών είναι δύσκολος και συνήθως ασαφής. Το μεγαλύτερο πρόβλημα προκύπτει από αυτούς που θα πρέπει να υποστούν απαγόρευση αναπαραγωγής, συνήθως μέσω στείρωσης.
Η φυλή και η βελτίωσή της είναι κεφαλαιώδεις έννοιες της Εθνικοσοσιαλιστικής κοσμοθεώρησης. Στις 14 Ιουλίου 1933, λίγους μήνες μετά την άνοδο των Εθνικοσοσιαλιστών στην εξουσία, ανακοινώθηκε η ευγονική νομοθεσία. Σύμφωνα με αυτή, θεσπίστηκαν κάποιες κατηγορίες βαριών κληρονομικών ασθενειών και αν κάποιος είχε μια τέτοια ασθένεια, υποβάλλονταν σε στείρωση. Τέτοιες ασθένειες ήταν π.χ. σχιζοφρένεια, κληρονομική κώφωση, σοβαρές παραμορφώσεις, κτλ. Όλοι οι γιατροί είχαν υποχρέωση να ενημερώνουν τα κατά τόπους ειδικά γραφεία για το αν οι ασθενείς έχουν κάποια κληρονομική ασθένεια. Όσοι εντοπίζονταν, εξετάζονταν και από ειδικούς γιατρούς και αν επιβεβαιώνονταν η ύπαρξη ασθένειας που όριζε ο νόμος, επιβάλλονταν υποχρεωτική στείρωση. Αντιδράσεις υπήρξαν, αλλά ήταν αμελητέες.
Αν η υπόθεση ήταν περίπλοκη, μπορούσε να ασκηθεί έφεση και η υπόθεση να εκδικαστεί από ειδικά δικαστήρια με εξειδικευμένους γιατρούς. Σε σπάνιες περιπτώσεις η υπόθεση πήγαινε και στο μοναδικό δικαστήριο δευτέρου βαθμού, όπου η υπόθεση τελεσιδικούσε. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων ήταν κατά κανόνα πολύ επιεικείς και κάθε αμφιβολία ήταν υπέρ του ασθενούς.
Ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την ευγονική πολιτική της Εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας και την πρακτική εφαρμογή της, μπορείτε να διαβάσετε στο βιβλίο του L. Stoddard "Into the Darkness", 1940, στο κεφάλαιο 16, καθώς επίσης και στο Eugenics Review, "German Eugenics in Practice", 1936.
Πέρα από την πρακτική εφαρμογή, σε συμβουλευτικό επίπεδο λειτουργούσαν γραφεία Φυλετικής Υγιεινής για ενημέρωση και σε θεωρητικό επίπεδο, ευγονική έρευνα διεξήγαγε το Kaiser Wilhelm Institute of Anthropology, Human Heredity, and Eugenics, που είχε ιδρυθεί από την δημοκρατική κυβέρνηση του 1927.
Συμπερασματικά, η ευγονική πολιτική της Εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας είχε σαν σκοπό να σταματήσει η διάδοση παρακμιακών στοιχείων στην κοινωνία και η αντικατάστασή τους από υγιή στοιχεία. Πολιτική απαραίτητη για την βελτίωση ενός έθνους. Η αποφυγή γέννησης ανθρώπων με βαριές κληρονομικές ασθένειες, μέσω στείρωσης, είναι καλύτερη για το έθνος από την τεχνητή διατήρηση στη ζωή ενός παραμορφωμένου εκ γενετής ανθρώπου. Η αντικατάσταση ενός ανθρώπου βαριά παραμορφωμένου που η φύση θα εξάλειφε, από έναν υγιή, είναι απείρως προτιμότερη αν το δει κανείς από την πλευρά ολόκληρης της φυλής ή του έθνους ή ακόμη και από οικονομική σκοπιά. Η απόρριψη των στοιχείων που η ίδια η φύση εξαλείφει και η αντικατάστασή τους από υγιή είναι πολύ σημαντική και πρέπει να γίνει μέρος της ηθικής κάθε πολιτισμένου λαού. Οι Σπαρτιάτες και πολλοί αρχαίοι λαοί είχαν συνειδητοποιήσει τη σημασία της ευγονικής.
Σε κάθε περίπτωση, η πολιτική της μείωσης των ανεπιθύμητων στοιχείων στη Γερμανία ήταν η απολύτως στοιχειώδης και δεν λάμβανε υπόψη φυλετικά κριτήρια. Από την αντίθετη λογική, η αύξηση των επιθυμητών στοιχείων για τους Γερμανούς, δηλαδή της Νορδικής φυλής, ξεκίνησε σταδιακά το 1936 με το πρόγραμμα Lebensborn των SS.
Η φυλή και η βελτίωσή της είναι κεφαλαιώδεις έννοιες της Εθνικοσοσιαλιστικής κοσμοθεώρησης. Στις 14 Ιουλίου 1933, λίγους μήνες μετά την άνοδο των Εθνικοσοσιαλιστών στην εξουσία, ανακοινώθηκε η ευγονική νομοθεσία. Σύμφωνα με αυτή, θεσπίστηκαν κάποιες κατηγορίες βαριών κληρονομικών ασθενειών και αν κάποιος είχε μια τέτοια ασθένεια, υποβάλλονταν σε στείρωση. Τέτοιες ασθένειες ήταν π.χ. σχιζοφρένεια, κληρονομική κώφωση, σοβαρές παραμορφώσεις, κτλ. Όλοι οι γιατροί είχαν υποχρέωση να ενημερώνουν τα κατά τόπους ειδικά γραφεία για το αν οι ασθενείς έχουν κάποια κληρονομική ασθένεια. Όσοι εντοπίζονταν, εξετάζονταν και από ειδικούς γιατρούς και αν επιβεβαιώνονταν η ύπαρξη ασθένειας που όριζε ο νόμος, επιβάλλονταν υποχρεωτική στείρωση. Αντιδράσεις υπήρξαν, αλλά ήταν αμελητέες.
Αν η υπόθεση ήταν περίπλοκη, μπορούσε να ασκηθεί έφεση και η υπόθεση να εκδικαστεί από ειδικά δικαστήρια με εξειδικευμένους γιατρούς. Σε σπάνιες περιπτώσεις η υπόθεση πήγαινε και στο μοναδικό δικαστήριο δευτέρου βαθμού, όπου η υπόθεση τελεσιδικούσε. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων ήταν κατά κανόνα πολύ επιεικείς και κάθε αμφιβολία ήταν υπέρ του ασθενούς.
Ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την ευγονική πολιτική της Εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας και την πρακτική εφαρμογή της, μπορείτε να διαβάσετε στο βιβλίο του L. Stoddard "Into the Darkness", 1940, στο κεφάλαιο 16, καθώς επίσης και στο Eugenics Review, "German Eugenics in Practice", 1936.
Πέρα από την πρακτική εφαρμογή, σε συμβουλευτικό επίπεδο λειτουργούσαν γραφεία Φυλετικής Υγιεινής για ενημέρωση και σε θεωρητικό επίπεδο, ευγονική έρευνα διεξήγαγε το Kaiser Wilhelm Institute of Anthropology, Human Heredity, and Eugenics, που είχε ιδρυθεί από την δημοκρατική κυβέρνηση του 1927.
Συμπερασματικά, η ευγονική πολιτική της Εθνικοσοσιαλιστικής Γερμανίας είχε σαν σκοπό να σταματήσει η διάδοση παρακμιακών στοιχείων στην κοινωνία και η αντικατάστασή τους από υγιή στοιχεία. Πολιτική απαραίτητη για την βελτίωση ενός έθνους. Η αποφυγή γέννησης ανθρώπων με βαριές κληρονομικές ασθένειες, μέσω στείρωσης, είναι καλύτερη για το έθνος από την τεχνητή διατήρηση στη ζωή ενός παραμορφωμένου εκ γενετής ανθρώπου. Η αντικατάσταση ενός ανθρώπου βαριά παραμορφωμένου που η φύση θα εξάλειφε, από έναν υγιή, είναι απείρως προτιμότερη αν το δει κανείς από την πλευρά ολόκληρης της φυλής ή του έθνους ή ακόμη και από οικονομική σκοπιά. Η απόρριψη των στοιχείων που η ίδια η φύση εξαλείφει και η αντικατάστασή τους από υγιή είναι πολύ σημαντική και πρέπει να γίνει μέρος της ηθικής κάθε πολιτισμένου λαού. Οι Σπαρτιάτες και πολλοί αρχαίοι λαοί είχαν συνειδητοποιήσει τη σημασία της ευγονικής.
Σε κάθε περίπτωση, η πολιτική της μείωσης των ανεπιθύμητων στοιχείων στη Γερμανία ήταν η απολύτως στοιχειώδης και δεν λάμβανε υπόψη φυλετικά κριτήρια. Από την αντίθετη λογική, η αύξηση των επιθυμητών στοιχείων για τους Γερμανούς, δηλαδή της Νορδικής φυλής, ξεκίνησε σταδιακά το 1936 με το πρόγραμμα Lebensborn των SS.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Οι διαχειριστές του ιστολογίου δεν φέρουν καμία ευθύνη για τα σχόλια των αναγνωστών τους.