Στη Βιολογία,
όλοι οι οργανισμοί κατατάσσονται σε είδη, με κριτήριο αν μέσω της αναπαραγωγής προκύπτουν γόνιμοι απόγονοι. Οι άνθρωποι ανήκουν όλοι στο ίδιο είδος, το ανθρώπινο είδος (homo sapiens) καθώς η μίξη δυο οποιωνδήποτε ανθρώπων, όσο κι αν διαφέρουν, δίνει γόνιμο απόγονο. Ωστόσο, εντός του ανθρώπινου είδους οι διαφορές είναι εμφανείς, τόσο ως προς τα εξωτερικά σωματικά
γνωρίσματα, αλλά και ως προς τα πιο δύσκολα να διαπιστωθούν ψυχικά γνωρίσματα, ώστε προκύπτει η ανάγκη διαχωρισμού του ανθρωπίνου είδους σε φυλές.
Φυλή είναι μια ομάδα ατόμων με σωματικά και ψυχικά χαρακτηριστικά διαφορετικά από άλλες αντίστοιχες ομάδες. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι υπάρχουν σωματικές διαφορές μεταξύ των ανθρώπων. Αρκεί να σκεφτεί κανείς έναν Ινδιάνο, έναν (ιθαγενή) Ευρωπαίο και έναν Νέγρο. Δείτε τους και θα καταλάβετε.
Αρκετοί αρνούνται την ύπαρξη φυλών, καθώς οι μίξεις είναι τόσες πολλές ώστε δεν υπάρχει στην πράξη διαχωρισμός των φυλών. Ωστόσο, με κατάλληλη παρατήρηση μπορούν να εντοπιστούν διακριτές φυλές. Το φαινόμενο της ύπαρξης ενδιάμεσων τύπων εξηγείται από τους νόμους της κληρονομικότητας σχετικά με την επιμειξία των φυλών.
Ο
Κάρολος Δαρβίνος (1809-1882) ήταν αυτός που
πρώτος περιέγραψε την διαδικασία της ειδογένεσης. Στο βιβλίο του "
Η καταγωγή των ειδών" το 1856 απεδείχθη ότι τα νέα είδη προκύπτουν από την διαφοροποίηση
μέρους του πληθυσμού ενός είδους, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένας ξεχωριστός
κλάδος εντός του είδους. Η διαφοροποίηση αυτή κάποια στιγμή γίνεται τόσο
μεγάλη, ώστε είναι αδύνατη η αναπαραγωγή μεταξύ του αρχικού είδους και του
διαφοροποιημένου κλάδου του, με αποτέλεσμα να προκύπτει ένα νέο είδος. Αυτό
σημαίνει ότι υπάρχει ένα ενδιάμεσο στάδιο, όπου η μίξη μεταξύ του αρχικού
είδους και του κλάδου να δίνει γόνιμο απόγονο, αργότερα όσο η διαφοροποίηση
αυξάνει ο απόγονος καθίσταται όχι πάντοτε γόνιμος, μέχρι που είναι αδύνατο να
παραχθεί απόγονος, οπότε έχουμε ένα νέο είδος. Οι διαδικασίες της ειδογένεσης
διαρκούν πολλές χιλιάδες χρόνια, με αποτέλεσμα να μην γίνονται αντιληπτές κατά
τη διάρκεια της ζωής ενός ανθρώπου. Η συνεισφορά του Δαρβίνου είναι
σημαντικότατη, διότι κατάφερε να κατανοήσει αυτήν την διαδικασία μετά από
επίπονη και μακροχρόνια έρευνα.
|
Διάγραμμα που περιγράφει την ειδογένεση υπό τη μορφή κλάδων διαφοροποίησης. Από το βιβλίο "Η καταγωγή των ειδών" του οποίου είναι το μοναδικό σχήμα |
Το
ανθρώπινο είδος βρίσκεται τώρα στην κατάσταση όπου έχουν δημιουργηθεί κλάδοι
διαφοροποίησης, που αντιστοιχούν στις φυλές, αλλά η διαφοροποίηση αυτή δεν έχει
φτάσει στο σημείο του να θεωρηθούν ως νέα είδη. Το αναμενόμενο είναι ότι αν
συνεχιστεί η διαφοροποίηση αυτή, με τις φυλές να μην μειγνύονται μεταξύ τους,
τότε στο μέλλον θα μιλάμε για νέα είδη. Κλασικό παράδειγμα πλήρους διαχωρισμού
μεταξύ ειδών είναι το άλογο και ο γάιδαρος, που μπορούν να αναπαραχθούν, αλλά ο
απόγονος, το πουλάρι, δεν είναι γόνιμος, συνεπώς αποτελούν διαφορετικά είδη,
που διαχωρίστηκαν σχετικά πρόσφατα. Άλλο παράδειγμα πρόσφατα διαχωρισμένων
ειδών είναι ο σκύλος με το τσακάλι και τον λύκο, όπου υπάρχουν μικρά ποσοστά
γονιμότητας αν μειχθούν, συνεπώς η κατάταξή τους σε διαφορετικά είδη είναι
προβληματική. Η διαφοροποίηση των ειδών περνά διαδοχικά στάδια μειωμένης
γονιμότητας του απογόνου, έπειτα μειωμένης αναπαραγωγικής δυνατότητας και τέλος
ο διαχωρισμός γίνεται πλήρης, δεν μπορεί να γίνει αναπαραγωγή και έχουμε νέο είδος.
Έτσι εξηγείται για ποιόν λόγο υπάρχουν είδη που σχετίζονται μεταξύ τους,
περισσότερο από ότι με άλλα, καθώς αποτέλεσαν διαφοροποιήσεις από κοινό
πρόγονο, συνεπώς μοιάζουν αρκετά μεταξύ τους. Η συσχέτιση αυτή είναι εμφανής
τις περισσότερες φορές και μας βεβαιώνει ότι ο άνθρωπος και ο πίθηκος
προέρχονται από κοινή ρίζα. Αντίστοιχη συσχέτιση υπάρχει και μεταξύ των
διαφόρων φυλών στον άνθρωπο, όπου μάλιστα είναι εμφανές ότι κάποιες φυλές έχουν
μεγαλύτερη συσχέτιση μεταξύ τους από ότι με άλλες, καθότι προέκυψαν από κοινό
κλάδο διαφοροποίησης.
Ο Δαρβίνος επίσης αναλύει την έννοια της
φυσικής επιλογής, μέσω της οποίας
επιβιώνουν οι οργανισμοί που είναι καλύτερα προσαρμοσμένοι στο περιβάλλον τους.
Οι επιβιώσαντες οργανισμοί αφήνουν απογόνους και με τον τρόπο αυτό περνούν μέσω
της κληρονομικότητας τα χαρακτηριστικά τους στην επόμενη γενιά. Αποτέλεσμα
είναι οι οργανισμοί στο πέρασμα των γενεών να προσαρμόζονται καλύτερα στο
περιβάλλον τους, καθώς επιβιώνουν και κληροδοτούν τα χαρακτηριστικά τους οι
καλύτερα προσαρμοσμένοι. Προϋπόθεση για τη λειτουργία της φυσικής επιλογής είναι οι οργανισμοί να μην είναι πανομοιότυποι, αλλά να υπάρχει ένας βαθμός τυχαίας μικροδιαφοροποίησης, ώστε να συσσωρευτούν τα ευνοϊκότερα χαρακτηριστικά.
|
Η διαδικασία της φυσικής επιλογής, όπου οι καλύτερα προσαρμοσμένοι επιβιώνουν και μέσω της κληρονομικότητας περνούν τα χαρακτηριστικά τους στην επόμενη γενιά. |
Σημαντικό
στοιχείο της εξελικτικής θεωρίας είναι η μη κληρονομικότητα των αποκτημένων
χαρακτηριστικών κατά τη διάρκεια της ζωής ενός οργανισμού. Η επιστήμη έχει ήδη
αποδείξει με την ανακάλυψη του γενετικού υλικού –
DNA – ότι το γενετικό υλικό δεν αλλάζει
κατά τη διάρκεια της ζωής ενός ανθρώπου. Άλλωστε το γενετικό υλικό αποτελεί
πλέον και αποδεικτικό στοιχείο της ταυτότητας ενός ανθρώπου, πράγμα που γίνεται
καθότι αμετάβλητο. Ο μηχανισμός της εξέλιξης υποδηλώνει ότι όσοι οργανισμοί
προσαρμοστούν στο περιβάλλον και επιβιώσουν θα κληροδοτήσουν το γενετικό τους
υλικό στους απογόνους, εάν βέβαια κάνουν απογόνους. Συνεπώς τα είδη αλλάζουν
μόνο μέσω της φυσικής επιλογής και όχι από επίκτητα χαρακτηριστικά. Το γεγονός
αυτό έχει μεγάλη πολιτική σημασία, καθώς είναι αδύνατο να αλλάξουν τα
γνωρίσματα ενός αλλόφυλου πληθυσμού μόνο και μόνο με την μετεγκατάστασή του σε
άλλο περιβάλλον. Όλες οι προσπάθειες αφομοίωσης αλλόφυλων είναι αδύνατες και
οδηγούν μόνο σε μίξεις και όχι σε νέες φυλές.
Άλλος
μηχανισμός επιλογής είναι η
σεξουαλική επιλογή. Το θηλυκό επιλέγει το αρσενικό
με το οποίο θα δώσει απογόνους. Ο μηχανισμός αυτός είναι δευτερεύων, καθώς η
επιλογή γίνεται ανάμεσα από ήδη επιβιώσαντες μέσω της φυσικής επιλογής. Ο
Δαρβίνος μέσω της σεξουαλικής επιλογής αιτιολόγησε τα δευτερεύοντα
χαρακτηριστικά φύλου, δηλαδή τα χαρακτηριστικά που διακρίνουν τα δύο φύλα και
τα οποία δεν φαίνεται να βοηθούν στην επιβίωση. Κλασικό παράδειγμα η ουρά του παγωνιού, που εξελίχθηκε ώστε να του δίνει πλεονέκτημα ως προς την σεξουαλική επιλογή, ενώ το εμποδίζει στην επιβίωση, μειώνοντας την ευκινησία του. Στον άνθρωπο, το αρσενικό απέκτησε αυτά τα
χαρακτηριστικά επειδή του έδιναν πλεονέκτημα ως προς την ελκυστική εμφάνιση ή
ως προς την επιθετικότητα και τη δύναμη για να υπερνικήσει τα αντίπαλα αρσενικά.
Η
έντονη διαφοροποίηση των δύο φύλων στον άνθρωπο δεν οφείλεται μόνο στην
σεξουαλική επιλογή, γιατί με αυτόν τον τρόπο εξηγείται μόνο η διαφοροποίηση του
άνδρα και όχι της γυναίκας. Ο σημαντικότερος λόγος της διαφοροποίησης είναι το
γεγονός ότι το αρσενικό ως πιο επιθετικό από τη φύση του, από τα πρώτα χρόνια
της ανθρωποποίησης ήταν αυτό που κυνηγούσε και αναζητούσε τροφή, ενώ το θηλυκό
βρίσκονταν σε σπηλιές φροντίζοντας τα παιδιά. Συνεπώς η φυσική επιλογή επέδρασε
πιο καταλυτικά στο αρσενικό, καθώς αυτό βρίσκονταν υπό συνεχή δοκιμασία και
κίνδυνο, από ότι στο θηλυκό. Ο άνδρας προέκυψε πιο μεγαλόσωμος, δυνατότερος, με
καλύτερη αντίληψη χώρου και ανώτερες πνευματικές ικανότητες σε σχέση με τη
γυναίκα που ανέπτυξε συναισθηματικές ικανότητες και αγάπη για τα παιδιά και το
σπίτι. Έτσι εξηγείται η κυριαρχία του άνδρα στις επιστήμες, τις τέχνες, την
πολιτική και τα στρατιωτικά. Κανένα φύλο δεν είναι ανώτερο. Και τα δύο
αλληλοσυμπληρώνονται με το καθένα να έχει διαφορετικό ρόλο δοσμένο από τη φύση,
εξίσου σημαντικό για τη διαιώνιση του είδους.